...από τις «Καμένες Πεταλούδες» του π. Παναγιώτη Καποδίστρια
«Το φως βαθαίνει
χαρές ξαναγίνονται
πένθη και πουλιά».
Π. Καποδίστριας («Μετασολωμικά συμβάντα», ό.π., σ. 425)
ΓΝΩΣΤΟΣ και εκλεκτός Ζακυνθινός ποιητής και δοκιμιογράφος, ο Παναγιώτης Καποδίστριας, Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου, σφραγίζει την 30χρονη γόνιμη και σταθερή πορεία του στον χώρο των νεοελληνικών γραμμάτων με την εξαίρετη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του υπό τον γενικό τίτλο «
Καμένες Πεταλούδες. Ποιήματα 1979-2009». Πρόκειται για ένα εκφραστικό προσωπικό και πολυφωνικό – πολυσύνθετο πόνημα και δώρημα, απ’ όπου κάθε ικανός και ευαίσθητος δέκτης, αναγνώστης ή συνοδίτης, όπως και κάθε φίλος της ουσιαστικής και ηδύσημης Ποίησης, βγαίνει πλουσιότερος και καλύτερος ψυχοπνευματικά, χαίροντας για πολλά και ποικίλα και αποκομίζοντας περισσότερα και επωφελέστερα από τον αυθεντικό και ανθεκτικό «κόσμο» της σκέψης, της ενδοχώρας και του από τα πρώτα κιόλας βήματα ώριμου και αναγνωρίσιμου (αισθητικά, γλωσσικά, υφολογικά, θεματικά κλπ.) Λόγου του ποιητή, που το ίδιο άξια και παραγωγικά διακονεί, ως θεολόγος και κληρικός, τον χώρο της τοπικής και της άλλης σύγχρονης νεοελληνικής Εκκλησίας, με πολλές σημαντικές πολυθεματικές γι’ αυτήν γραφές ή εκδόσεις.
Ο άψογος και καλαίσθητος στη μορφή και πολυεπίπεδος και καλλιεπής στο περιεχόμενό του πολυσέλιδος τόμος (επί-γνωση, Σταμούλης Αντ. Εκδοτικός Οίκος, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 459), χάρη στο επόμονο και επίπονο «παρών» του ζακυνθινού λογοτέχνη και συγγραφέα και χάρη στη θετική συμβολή όλων όσοι συνέβαλαν φιλοπνευματικά, υπεύθυνα, σεβαστικά και αγαπητικά σ’ αυτό το αξιέπαινο και άρτιο αποτέλεσμα (Αντ. Σταμούλης, εκδότης, Δημ. Γ. Μαγριπλής, επιμελητής της έκδοσης, και Αγγελική Κοκονάκη, εικαστικός), συγκροτεί μια ξεχωριστή τ ι μ ή και για τον ίδιο τον ποιητή, τον ήδη καταξιωμένο και βραβευμένο π. Π. Καποδίστρια, και για τη σημερινή (πολιτιστικά πολυδοκιμαζόμενη) ιδιαίτερη πατρίδα του, καθώς και για την όλη νεότερη Ποίησή μας, όπου πολλά αντιποιητικά, κοινότοπα και ασήμαντα ή ανούσια (του συρμού ή της ελαφρότητας…) συναντάμε, με τις όποιες φωτεινές εξαιρέσεις -όπως η ανά χείρας έκδοση- να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Έργο και μαρτυρία ζωής, η ποιητική αυτή συγκομιδή αποπνέει, εξελικτικά και ανοδικά, ουσία και ευρηματικότητα, ομορφιά και συγκίνηση, λυρισμό και στοχαστικότητα συνεχή, αυτογνωσία και ανθρωπογνωσία βαθιά, πλούτο έμπνευσης και γλώσσας ευφορία, εικονοπλαστική δύναμη και άλλα χαρακτηριστικά εκλεκτικότητας και ποιότητας, αναδείχνοντας τον δημιουργό της, δίκαια και συνολικά, σ’ έναν αληθινό και πιστό λειτουργό της Γνώσης και της Γραφής και σ’ έναν παραγωγό και «μέγα χορηγό» δωρημάτων ή χαρισμάτων ποικίλων και ελκυστικών, μέσα στο ευρύ μα και μοναχικό «κοινόβιο» της Ζωής και της Τέχνης. Εκεί, όπου το απλοϊκό, το εύκολο, το μέτριο, το ελλιπές ή το στείρο, το κίβδηλο, το εφήμερο κλπ. δεν πρέπει να κατέχουν θέση μεγαλύτερη από εκείνη που τους «αξίζει»- και στα μέτρα όσων θλιβερά και άγονα, κατά τη «φύση» τους, τα δέχονται ή τα ανέχονται και τα προτιμούν.
ΑΠΟ το πρώτο κιόλας -χρονολογικά- ποίημα (1979) ποίημα (δίχως το «σημάδι» ή το «στίγμα» του πρωτόλειου, που όμως και αυτό έχει τη δική του γραμματολογική, ιστορική κ.ά. σημασία) και ώς την πρόσφατη συγκεντρωτική κατάθεση άσβηστης «φλόγας» και Πνοής ποιητικής, ο π. Π. Καποδίστριας «κρατά αναμμένα / τα σώματα πορείας» (το δικό του και άλλων μέσα ή μαζί μ’ αυτό, όντας κι ο ίδιος, σαν ύπαρξη φιλάνθρωπη και πληθωρική, όχι ένας αλλά πολλοί) και μαστορικά και γενναιόδωρα «στήνει απόχη με τον Λόγο σου», για να συλλέξουν καλότυχα, όσοι θέλουν και μπορούν, και ν’ απολαύσουν ευφρόσυνα και ανακουφιστικά ή λυτρωτικά ό,τι φωτεινό και υψηλό, άριστο και δραστικό λιγοστεύει ή αφανίζει ανάγκες και πάθη ψυχικά – και οτιδήποτε παράγει ή τρέφει και συνθέτει την κρυφή ή την «πέριξ Ερημία», σύμφωνα κ’ εδώ με την αδρή τού ενδοσκόπου ποιητή και παρατηρητή «τοπιογραφία» ή σημειολογία.
Τι να πρωτοδιαλέξει και να τι να αναφέρει κάποιος, ενδεικτικά έστω, από τον ανθηρό ποιητικό Κήπο του π. Π. Καποδίστρια, από τον πλούτο της ποιητικής του «ταυτότητας» ή «κοσμογραφίας», από τα στιλπνά μα και απαιτητικά «φωτοειδή» φωνήματα ή μιλήματά του, από της «Χαρμολύπης του τις μυρωδιές», από τα έντονα αρώματα και τους «καημούς της Άνοιξής» του, από το τιμητικά, διδακτικά και ανεξίτηλα φιλοτεχνημένο «Εικονοστάσιο» των δικών του «αγίων», με κορυφαίους και ενεργούς συνομιλητές και συνοδίτες τούς Ρωμανό, Φώσκολο, Κάλβο, Σολωμό, Ελύτη, Ρίτσο κ.ά.; Ή από την πολύχρωμη και φιλόξενη «πινακοθήκη» του άλλων προσφιλών του μορφών και προσώπων, γνωστών ή όχι, ελασσόνων ή αξιομνημόνευτων, επώνυμων ή ανώνυμων, αφανών ή μη, χθεσινών ή τωρινών, απόντων ή παρόντων…; Όλων αυτών δηλ., που το διάβα τους ή το «είναι» τους σκιαγραφείται και αθανατίζεται αναστατικά ή παραστατικά, με πινελιές λεκτικά πολυσύνθετες και ιριδίζουσες, με εικόνες χρωματικές ή φωτοσκιασμένες, με αναφορές πολυεπίπεδες (εύληπτες ή υπαινικτικές, συμβολικές, μεταφορικές, ρεαλιστικές, ονειρικές κλπ.), με στοιχεία και αποτυπώματα λιγότερο ή περισσότερο αποκαλυπτικά, κρυπτικά κ.ο.κ. Κι όλ’ αυτά, προσεκτικά και χαρακτηριστικά, γερά και αρμονικά, έντεχνα και λειτουργικά ταιριασμένα ή επιλεγμένα για το πλάσιμο ή την «Κτίση» τού ποιητικού – ανθρωποκεντρικού σύμπαντος του π. Παναγιώτη Καποδίστρια.
ΑΥΤΑ, ή και άλλα πολλά, όπως και να τα δει, να τα κρίνει, να τα νιώσει και να τ’ αποτιμήσει κάποιος, είτε υποκειμενικά είτε αντικειμενικά, μεροληπτικά ή αμερόληπτα, καλοπροαίρετα ή επιφυλακτικά κλπ., δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει και να δεχτεί τη γνησιότητα και τη δυναμική του πηγαίου ταλέντου και του έμψυχου Λόγου του π. Π. Καποδίστρια, την αμείωτη –διαχρονικά και εξελικτικά- ποιότητα και τη λειτουργικότητα της γραφής του, την προσφορά πολύμορφου και πολυδιάστατου γνωστικού, αισθητικού κ.ά., καθαρά ποιητικού υλικού, χωρίς πεζολογίες, κενολογίες, βερμπαλισμούς ή ρητορισμούς, πειραματισμούς, περιττολογίες κ.ά.π. Το όλο ποιητικό υλικό του βιβλίου, από την πρώτη -ώριμη κιόλας- συλλογή («Δήθεν υαλογραφία», 1987) έως την τελευταία («Καμένες Πεταλούδες», 2009 – πρωτοεκδιδόμενη εδώ), πλασμένο από χάδι και πόνο (ή Ανάσα) ψυχής, με διάχυτο «Φως κεραμιδί / μαγιοκατάληκτο» κ.ά.π. «σημεία» και «κλειδιά» λυρικοστοχαστικά, είναι προορισμένο και να πείσει για την αξία του και να μείνει ζωντανό και γοητευτικό, ανέγγιχτο από τη φθορά ή τον φθόνο του Χρόνου. Έτσι, που να επιτρέπεται στον όποιο αδύναμο μα και υποψιασμένο για πολλά (για την καθορισμένη πορεία μας, τη «φύση» μας, το άφευκτο τέλος, το Πριν και το Μετά…) να κρατά –αποθησαυριστικά- και να ψιθυρίζει, σαν πολύτιμη καθοδηγητική Εντολή, κάτι από την προσωπική Βίβλο τού ποιητή, όπως π.χ. (ψήγμα ελάχιστο):
«- Σφιχτά στη φούχτα
κράτα ό,τι έχεις
κι αν καείς
νου να τηρείς
εόρτιο διάκοσμο
και μάτι απλό».
Κι ακόμη, μέσα στην πολλή του καιρού και του τόπου Λιγοσύνη, η πνευματική αυτή προσφορά του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, με καμιά σελίδα της να μη σε αφήνει αδιάφορο ή ασυγκίνητο, επιτρέπει να λέγονται και ν’ ακούγονται πολλά και ομόλογα φωτεινά «συμβάντα» και να διακηρύσσεται μια ακόμη Αλήθεια, σαν διδακτικό απόσταγμα σοφίας, λογισμού, εμπειρίας και φιλότητας ενδόψυχης:
«όταν βλέπεις τα πράγματα με άλλο μάτι
το καλοκαίρι διαρκεί περισσότερο
ο κόσμος γίνεται πιο φωτεινός
διατίθεται δωρεάν
γιατ’ η ομορφιά είν’ εσωτερική υπόθεση…»
Αναμφίβολα, κι από τούτη τη συγκεντρωτική «δωρεά» του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, σαν από άλλη –του Λόγου- «υπόθεση ομορφιάς», βγαίνουμε ουσιαστικά και πολλαπλά κερδισμένοι, ξεπερνώντας ή ξορκίζοντας πολλά από τα δεινά, τα πικρά και τ’ ανάρμοστα του καιρού και του τόπου. Κι αυτή η προσφορά, πράγματι, νιώθουμε να συντελεί, μαγικά ή θαυμαστά, ώστε π.χ. «ο τόπος [ν’] ανοιξιάζει» και μέσα «στη χαλαλοή / [να] ερωτεύεσαι ήχους / τάφους [να] ειρωνεύεσαι», με το Κάλλος και το άδυτο Φως παντού να κυριαρχούν και να ευφραίνουν.
Όντας ακόμη στην πιο δημιουργική περίοδο της του πορείας και ακμής, ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσει και στις επόμενες δεκαετίες την ποιητική και άλλη συγγραφική του πνευματικής παραγωγή, προσφέροντάς μας μελλοντικά και τον δεύτερο καλαίσθητο τόμο τού ποιητικού του corpus, πλουτίζοντας σταθερά με νέες συλλογές και τη δική του εργογραφία και τη ζακυνθινή (και όχι μόνο) Βιβλιογραφία. Ως τότε, κρατάμε ό,τι είναι δυνατό -ό,τι Ωραίο και Καλό- από αυτή τη συνολική (μέχρι σήμερα) και συλλεκτική φωτογονία του ποιητή των «Καμένων Πεταλούδων», ακούγοντάς τον ρητά και συνειδητά -σαν αυτόθελα και αναγεννητικά / μεταμορφωτικά φωτόπληκτος- να μας προτρέπει:
«Μην αντιμιλάς στο φως
άσ’ το να σε διαλύσει».
Βιβλιοπαρουσίαση του ΔΙΟΝΥΣΗ ΣΕΡΡΑ [Περιοδικό ΠΑΡΟΔΟΣ 39-40 (Δεκέμβριος 2010) 4791-4794]
.