Tuesday 4 March 2014

Σας ασπάζομαι, Φαίδων


Νιώθω μια ιδιαίτερη χαρά που γράφω για τον Γρηγόριο Ξενόπουλο γιατί μεγάλωσα με τα μυθιστορήματά του. Η μητέρα μου είναι από την Ζάκυνθο και το πατρικό μου σπίτι είναι γεμάτο από τα βιβλία του. Έχω ακόμα στην μνήμη μου ζωντανές αναμνήσεις από καλοκαίρια και από Κυριακές, μικρό παιδί να κάθομαι και να διαβάζω τον «Κόκκινο Βράχο» και τον «Ποπολάρο». Τα χρόνια πέρασαν, το παιδί μεγάλωσε, άνοιξε τα φτερά του, ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο και ανακάλυψε πολλούς συγγραφείς και πολλές ιδέες πιο φιλοσοφικές, πιο επαναστατικές, πιο μοντέρνες. Αλλά κακά τα ψέματα: τα βιώματα των παιδικών μας χρόνων μας κυνηγάνε πάντοτε.

Τον περασμένο Ιούλιο είχα την ατυχία να χάσω την θεία μου, την αδελφή της μητέρας μου. Σε εμένα έπεσε ο κλήρος να αδειάσω το σπίτι της και να περιμαζέψω την κληρονομιά μου. Ανάμεσα στα πράγματά της βρήκα τα βιβλία του Ξενόπουλου, τα βιβλία της παιδικής μου ηλικίας, χωρίς άλλη σκέψη τα έχωσα σε σακούλες, τα έβαλα σε ένα ταξί και τα έφερα σπίτι μου. Δεν άντεξα τον πειρασμό και άρχισα να τα ξαναδιαβάζω. Και ανακάλυψα ότι παρόλη την πάροδο των ετών, παρόλες τις εμπειρίες μου και τις μετέπειτα λογοτεχνικές αναζητήσεις μου,  τα βιβλία του Ξενόπουλου ήταν το ίδιο αγαπημένα, τα τοποθέτησα στα ράφια της βιβλιοθήκης μου με λατρεία και κάθε φορά που θέλω να ηρεμήσω και να ξαναβρώ τις ρίζες μου τα ανοίγω και τα ξαναδιαβάζω.


Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συγγραφείς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1867 από Ζακύνθιο πατέρα και από Φαναριώτισσα μητέρα. Μεγάλωσε στη Ζάκυνθο και το 1883 πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει μαθηματικά. Δεν ολοκήρωσε όμως τις σπουδές του, αφού είχε ήδη βρει τον προορισμό της ζωής του: την λογοτεχνία.  Ο Ξενόπουλος έμεινε για πάντα στην Αθήνα όπου παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τρεις κόρες. Έγραφε σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά διάφορα άρθρα, μελέτες και μυθιστορήματα. Μαζί με τον Κωστή Παλαμά και τον Εμμανουήλ Ροΐδη θεωρούνται οι κύριοι εισηγητές του αστικού ρεαλισμού. Όλα τα μυθιστορήματά του εκτυλίσσονται σε αστικά κέντρα: στην Αθήνα και στην Ζάκυνθο. Ο Ξενόπουλος ξεφεύγει από την ηθογραφία, τα μυθιστορήματά του είναι ρεαλιστικά, τα θέματά του είναι καθημερινά και συνηθισμένα. Κύριο γνώρισμά τους είναι οι ερωτικές ανησυχίες και η οικογενειακή αποκατάσταση, η δυσκολία του φτωχού να ανταπεξέλθει στην επαγγελματική του ζωή, η πάλη των τάξεων, η δύναμη του όχλου, η διαφορά των θρησκειών. Σε αρκετά από τα μυθιστορήματά του ο Ξενόπουλος καταπιάνεται με τα αιώνια προβλήματα πλούσιων και φτωχών, αριστοκρατών και λαού, χριστιανών και εβραίων. Ο  Ξενόπουλος είναι κατά των κοινωνικών διακρίσεων, κατά της λογικής «ανώτεροι και κατώτεροι άνθρωποι»,  είναι υπέρ ενός σοσιαλισμού, υπέρ μιας πανανθρώπινης ιδέας που όλοι οι άνθρωποι εργάζονται και απολαμβάνουν την ζωή στο μέτρο που τους αναλογεί. Ο Ξενόπουλος  είναι αισιόδοξος, δεν πρεσβεύει σε πολέμους και σε θυσίες, εν αντιθέσει  επιθυμεί  και εύχεται μια ειρηνική λύση.

Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος έγραψε πάνω από ογδόντα μυθιστορήματα, διηγήματα και θεατρικά έργα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν «Η κοντέσσα Βαλέραινα» , «Στέλλα Βιολάντη», «Ο κόκκινος βράχος», «Η  Αναδυομένη», η περίφημη τριλογία του «Πλούσιοι και φτωχοί», «Τίμιοι και άτιμοι» και «Τυχεροί και άτυχοι», «Ο πειρασμός», «Το φιόρε του λεβάντε» και πολλά άλλα.

Θα τον θυμόμαστε όμως πάντα ως τον αρχισυντάκτη  (από το 1896 έως το 1948) του λογοτεχνικού και παιδαγωγικού περιοδικού «Διάπλασις των παίδων». Χαρακτηριστική έχει μείνει η φράση με την οποία υπέγραφε τα υποτιθέμενα γράμματα  που έστελνε στο περιοδικό: «Σας ασπάζομαι, Φαίδων».

Επίσης, έγραφε στο περιοδικό Παναθήναια και στην εφημερίδα Έθνος. Ίδρυσε το περιοδικό Νέα Εστία το 1927 και ήταν αυτός που πρωτοπαρουσίασε στο ελληνικό κοινό την ποίηση του Καβάφη. Το 1931 τιμήθηκε με τον τίτλο του Ακαδημαικού και υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος της εταιρείας Λογοτεχνών καθώς και της ΕΣΗΕΑ. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος πέθανε στην Αθήνα το 1951 και κηδεύτηκε δημοδία δαπάνη και με μεγάλες τιμές.

Εδώ κάπου σας αφήνω κι εγώ. Πάω να διαβάσω ένα από τα βιβλία του Ξενόπουλου, ένα από τα βιβλία της κληρονομιάς μου, της πιο ουσιαστικής κληρονομιάς που έλαβα ποτέ.     

Εύη Ρούτουλα

No comments: