Monday, 24 June 2013

«Ὅπου ἦν κῆπος...»

γκώμιο τς κηπουρικς

Ἀντιγράφω ἀπὸ τὸν λησμονημένο Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη :

«Δὲν ὑπάρχει τρυφερωτέρα ἀπόλαυσις ἀπό τὴν κηπουρικήν. Ὁ ἄνθρωπος ἀγάλλεται ἐν μέσῳ τοῦ ποικιλωτάτου ἐκείνου κόσμου τῶν φυτῶν καὶ τῶν ἀνθέων. Εἶναι ὁ κῆπος μικρόκοσμος, μὲ ποικίλας μορφὰς καὶ ποικίλας γλώσσας. Ἕκαστον φύλλον, εἶναι μία σκέψις. Ἕκαστον ἄνθος, μελέτη, καὶ ἕκαστον χρῶμα, μυστήριον.

Ὁ κηπουρὸς βλέπει τὰ φυτὰ αὐξάνοντα, ὡς βλέπει πατὴρ τὰ τέκνα του· κ᾿ ἔχει πολὺ τὸ συμπαθὲς ἡ ἀνατροφὴ δενδρυλλίου, ὡς ἔχει ποίησιν ἡ στοργὴ τοῦ πατρός. Νὰ μὴ γίνῃ τὸ τρυφερὸν δενδρύλλιον ἀσθενικόν, νὰ μὴ καταντήσῃ σκολιὸν καὶ ἄρηστον, νὰ καρποφορήσῃ ταχέως, νὰ μὴ γηράσῃ προώρως· τώρα ποὺ εἶναι μικρὸν ἀκόμη, τὸ εὐαίσθητον δενδρύλιον, νὰ τὸ προσδέσωμεν εἰς βάκτρον ἰσχυρόν, ἵνα μὴ αἱ ἄγριαι τοῦ ἀνέμου πνοαὶ τὸ διαστρέψωσι, τὸ κλονίσωσι, τὸ θραύσωσι» (Τὸ Τάξιμον, σσ. 120-121).


Πάντα, ὁλόκληρο τὸν ἐνιαυτό, ἡ εὐλογία καί ἡ εἰρήνη ποὺ ἀφήνει στὴν ψυχὴ ἡ καλλιέργεια τοῦ κήπου εἶναι καὶ ἀπερίγραπτη, ἀλλὰ περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα λυτρωτική. Γιατὶ καλλιεργώντας τὴ γῆ ἔχεις τὴν ἐντύπωση πὼς δημιουργεῖς καὶ πολὺ περισσότερο, ὅτι φωτίζεις τὴν ψυχή σου μὲ τὸ ἁγνὸ κερὶ τῆς πειθαρχημένης ἐργασίας, ἀφοῦ ἀπὸ μέσα της πηγάζει ἡ προσευχὴ καὶ ἡ λυτρωτικὴ σιωπή, ἀγαθὰ μέγιστα ποὺ συνδράμουν ψυχωφελίμως  τὸν  ἄνθρωπο.

Ὁλάκερο τὸ χρόνο ἡ κηπουρικὴ ἔχει τὶς χάρες της. Ὅμως ἡ ἐποχὴ ὁποὺ περίτρανα δοξάζεται, καὶ πραγματικὰ τὴ χαίρεται κι ὁ κηπουρὸς,  εἶναι τὸ καλοκαίρι, ὅταν μὲσα στὸ θεϊκὸ τὸ φῶς τοῦ θέρους βλέπει ν᾿ αὐξάνονται φυτὰ καὶ καρποί. Παρατηρεῖ τὶς χρωματικὲς ἐναλλαγές  ποὺ ἐμφανίζονται στοὺς καρποὺς, μὲ μιὰ σπουδὴ ποὺ συγκινεῖ, ὅπως συγκινεῖ τὸν κάθε συνειδητὸ γονιὸ ἡ ἀνατροφή τοῦ παιδιοῦ του. Ἔτσι μὲ χαρὰ παρατηρεῖ νὰ αὐξάνονται τὰ κολοκυθάκια μὲ τὶς πολλὲς παραλλαγὲς τοῦ πράσινου, οἱ χρυσοπράσινες πιπεριές, τὰ χνουδωτὰ σκουροπράσινα ἀγγουράκια, οἱ γυαλιστερὲς ἀνοιχτοπράσινες ντομάτες ποὺ μὲ τὶς μέρες ἀρχίζουν νὰ γίνονται ρόζ καὶ μετὰ κόκκινες, ἀποπνέοντας μιὰ εὐωδία περίεργη, ἀλλὰ τόσο ἑλκυστική. Κι ἔχουν σειρὰ τὰ φασόλια, ποὺ κρέμονται σὰν περίεργα δάχτυλα ἑνὸς ἀόρατου χεριοῦ, μὲ τὴν ἐωθινὴ δρόσο νὰ τὰ ραντίζει, ἀλλὰ κι οἱ ντυμένες τὸ σκοῦρο μὼβ φόρεμα μελιτζάνες, νὰ ξεχωρίζουν πασπαλισμένες δροσοσταλίδες, ἀνάμεσα στὰ μεγάλα, χρυσοπράσινα φύλλα τοῦ φυτοῦ. Κι ὁ κατάλογος δὲν ἔχει τελειωμό... Παραπέρα ὁ μυρωδᾶτος χνουδωτὸς ἄνιθος καὶ δίπλα του ὁ σκουροπράσινος μαϊντανός, τὸ ζωηρὸ τὸ σέλινο κ.ἄ. ἀκόμη.    

 Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἄλλη μία περίπτωση, ἡ ὁποία καὶ χαροποιεῖ τὸν κηπουρό, χαρίζοντάς του, μέσα στὸν πολύ του κόπο, ἀναψυχὴ καὶ δύναμη. Κι αὐτὸ εἶναι τὸ πότισμα τοῦ κήπου μὲ τὸ νερὸ τῆς πηγῆς ποὺ ἀναβλύζει ἀπό τὰ σπλάχνα τῆς γῆς, δροσερό, καθάριο, φωτεινό, ἀλλὰ καὶ μὲ μιὰ εὐωδία περίεργη. Εἶναι ἡ εὐωδιὰ τῆς ἴδιας τῆς γῆς, ποὺ ριπίζει τὸ εἶναι μας, τὸ ἐντοπίζει μέσα στὰ πλαίσια τῆς βιοτῆς μας, τὸ ἐξαγνίζει...

π. Κ.Ν. Καλλιανός

(ἀπόσπασμα εὑρύτερου γραφτοῦ)

No comments: