Η εποποιία της αρχοντικής
τσακώνικης οικογένειας, εποποιΐα όλου του Ελληνισμού
Το βιβλίο «Αρχείο Οικογένειας Σαραντάρη (1686-1897» αποτελεί ένα ανεκτίμητο
θησαυρό για την ιστορία της Τσακωνιάς και γενικότερα του Ελληνισμού.
Θεωρώ εξαιρετική τιμή μου που ο Δήμος Νότιας Κυνουρίας και το Αρχείο
Τσακωνιάς με προσκάλεσαν να παρουσιάσω το βιβλίο «Αρχείο Οικογένειας Σαραντάρη
1686-1897)». Στην αρχή θα μου επιτρέψετε να μιλήσω για τον αγαπητό μου
Αριστείδη Χρ. Κορολόγο, φιλόλογο και τέως προϊστάμενο των Γενικών Αρχείων του
Κράτους, Τοπικού Αρχείου Λεωνιδίου και τέως Γενικό Γραμματέα του Αρχείου
Τσακωνιάς. Το βιβλίο, το οποίο παρουσιάζομε σήμερα είναι μια εξαιρετική πνευματική δημιουργία
και ψυχή αυτής της δημιουργίας είναι ο Αριστείδης Κορολόγος. Παρακολούθησα από
κοντά και εξετίμησα την θαυμάσια εργασία του. Αυτή είναι συνδυασμός γνώσης, επιστημονικής
κατάρτισης, αγάπης στο δημιούργημά του και πολυετούς μόχθου.
Όποιος δει τα πρωτότυπα έγγραφα
αντιλαμβάνεται αμέσως τη δυσκολία της ανάγνωσης και της μεταφοράς τους στο
χαρτί. Επίσης οι παρατηρήσεις και τα σχόλιά του δείχνουν την ποιότητα της
εντρυφήσεως του στα γλωσσολογικά, πραγματικά, ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα
των Τσακώνων της περιόδου 1686 -1897. Οι γνώσεις του και η φιλολογική ικανότητά
του Αρ. Κορολόγου τον βοήθησαν, μέσα από τα δημοσιευόμενα έγγραφα, να δώσει με την εισαγωγή, τις παρατηρήσεις και τα
σχόλιά του μια πολύ γλαφυρή εικόνα της τσακώνικης πραγματικότητας της εποχής,
που μπορεί, τηρουμένων των αναλογιών και των τοπικών ιδιατεροτήτων, να είναι η
πραγματικότητα που έζησε όλος ο Ελληνισμός εκείνα τα χρόνια της σκλαβιάς του.
Χωρίς να είμαι ειδικός, η ταπεινή μου άποψη είναι πως το παρουσιαζόμενο βιβλίο
είναι η πληρέστερη μελέτη για τη ζωή των Τσακώνων για την προαναφερθείσα
περίοδο.
Ο δεύτερος αλλά όχι λιγότερο σημαντικός για την έκδοση του εν λόγω βιβλίου
είναι ο προσφιλέστατός μας Παναγιώτης Σαραντάρης. Ο Παν. Σαραντάρης
συνεχίζοντας την Παράδοση της οικογενείας του,
προσφέρει τον εαυτό του στο Λεωνίδιο εδώ και περισσότερο από σαράντα
χρόνια και έχει επιτελέσει σπουδαίο έργο επιστημονικό - αρχιτεκτονικό,
κοινωνικό και πατριωτικό. Στην πατριωτική προσφορά του περιλαμβάνεται και η
έκδοση του παρουσιαζόμενου βιβλίου. Πρώτον
διατήρησε το πολύτιμο υλικό που του παρέδωσαν οι πρόγονοί του, και το
παρέδωσε προς επεξεργασία στον Αρ. Κορολόγο. Βίωσα την αγωνία του η
εργασία να προχωρήσει και να εκδοθεί.
Χρηματοδότησε το βιβλίο και το διέθεσε στο Αρχείο Τσακωνιάς. Είναι μια ακόμη
συνεισφορά του Παν. Σαραντάρη στην διατήρηση της Τσακωνικής κληρονομιάς.
Σημειώνω πως ο Θανάσης Βαγενάς έγραψε ότι η οικογένεια Σαραντάρη του
Πραστού είναι μία από τις παλαιότερες, πλουσιότερες και σημαντικότερες της
Τσακωνιάς. Το αποδεικνύει η κτητορική επιγραφή της Μονής της Παναγίας της
Ορθοκωστάς, η οποία χρονολογείται από το 1425 και στην οποία αναφέρεται ως
ευεργέτης της ο Αντώνιος Σαραντάρης.
Θα αναφερθώ τώρα εν συντομία στην ύλη του βιβλίου. Μέσα από τα έγγραφα του
Αρχείου της οικογένειας Σαραντάρη μπορεί κανείς να έχει μια καλή και σαφή
εικόνα της ζωής των Τσακώνων για πάνω από διακόσια χρόνια. Όπως είναι γνωστό
πριν από την απελευθέρωση τους, το 1821, και μετά την άλωση της
Κωνσταντινουπόλεως πέρασαν τρεις περιόδους σκλαβιάς, δύο φορές τουρκοκρατία
(1464 – 1685 και 1715-1821) και μία,
ενετοκρατία (1685-1715).
Σ’ αυτές τις περιόδους έχω σημειώσει τα εξής:
1. Τα ιδιωτικά έγγραφα αποδεικνύουν ότι οι Τσάκωνες ζούσαν ως να ήσαν
ελεύθεροι και όχι σκλαβωμένοι. Σημειώνω ότι ο Δημ. Δερνίκος αναφέρει σε άρθρο
του στα «Χρονικά των Τσακώνων» (Τόμος Α΄, Αθήναι, 1956, σελ. 17 κ.ε.) πως κατά
την γενομένη επί τουρκοκρατίας, το 1811, απογραφή το βιλαέτιο του Αγίου Πέτρου
και Πραστού είχε 3.000 ελληνικά σπίτια και ένα μόνο τούρκικο, του κατή... Στα
έγγραφα δεν υπάρχει καμία αναφορά σε τούρκο, ή σε τουρκική εξουσία. Εκ των
εγγράφων υπάρχει μόνο μία απόφαση, του 1801, που εξέδωσε ο οθωμανός κατής του
Μυστρά και ζητάει από Πραστιώτες να οριοθετήσουν χωράφι που ήταν καταπατημένο.
Βεβαίως υπήρχε φορολογία. Στα 1718 οι Μαλεβίτες μοναχοί υποχρεώθηκαν να
πουλήσουν 12 στρέμματα χωράφι για να πληρώσουν τη «δεκατία», το φόρο στην
οθωμανική εξουσία, που ήταν το 1/10 του θεωρούμενου από αυτήν εισοδήματος της
Μονής.
2. Σημαντική είναι η παρουσία της Εκκλησίας. Στα περισσότερα έγγραφα
υπάρχει ο παπάς ή ο καλόγερος, ως μάρτυρας, ή ως γραμματικός. Είναι μια
απάντηση σ’ αυτούς που αμφισβητούν το ρόλο της Εκκλησίας κατά τις περιόδους της
τουρκοκρατίας και της ενετοκρατίας. Στο πρώτο και παλαιότερο έγγραφο, του 1686
– μόλις είχε αρχίσει η ενετοκρατία-, που είναι ένα πωλητήριο, υπάρχει στην αρχή
ένας Σταυρός και μεταξύ αυτών που υπογράφουν είναι και ο «ηοασαφής υερομόναχος από ορθωκοστά περικαλλαιτώς εγραψα και μαρτηρω τα
ανοθεν». Δηλαδή τον ιερομόναχο της Μονής Ορθοκωστάς παρακάλεσαν η πωλήτρια
και ο αγοραστής να γράψει το πωλητήριο
και να είναι μάρτυρας της πράξης. Αυτό επαναλαμβάνεται σε πολλά έγγραφα. Το πώς
έγραφαν τα έγγραφα; Πιο ανορθόγραφα δεν γινόταν! Όμως ήσαν ελληνικά και κατανοητά!
Οι Επίσκοποι έκριναν τις δικαστικές υποθέσεις με τη βυζαντινή νομοθεσία,
όπως κατεγράφη από τον Κωνσταντίνο Αρμενόπουλο στο «Πρόχειρο των Νόμων», ή
«Εξάβιβλο». Επέβαλαν επίσης επιτίμια, όταν κάπου εύρισκαν ότι υπάρχει αδικία.
Το 1789 μπροστά στον Επίσκοπο Ρέοντος και Πραστού, «λογαριάστηκαν» για χρέος
δυο Πραστιώτες και συμφώνησαν για την εξόφληση του ο οφειλέτης να δώσει στο
δανειστή του μισό λιοτρίβι, ελιές στη Στάη (συνοικία του Λεωνιδίου) και μισό
χωράφι στον Πραστό...
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι διαθήκες με πολλές όμορφες εκκλησιαστικές
εκφράσεις. Στης Παγώνας Γιώργη Σαραντάρη λ.χ. τη διαθήκη στην αρχή γράφεται: «Επειδή έχοντες προ οφθαλμών τα ελεεινά του
πανδαμάτορος θανάτου τρόπαια...». Το θρησκευτικό συναίσθημα στις Διαθήκες
εκφράζεται παραστατικά με προσφορές στον ΠανάγιοΤάφο, σε ναούς και μοναστήρια
της περιοχής, αλλά και με καλοσύνες κυρίως προς ορφανές κοπέλες.
3. Οι γυναίκες είναι ισότιμες απολύτως με τους άνδρες. Υπογράφουν όπως οι άνδρες τα έγγραφα. Όταν είναι χήρες οι
υιοί πάντα ενεργούν με τη συγκατάθεση και την ευχή των μητέρων τους. Αυτό το
περνάμε κάπως επιφανειακά. Δεν γνωρίζω αν σε άλλη χώρα στον κόσμο οι γυναίκες
ήσαν τόσο χειραφετημένες εκείνους τους αιώνες. Δεν ξέρω αν ακόμη σε κάποιο
μέρος του κόσμου στις αρχές του 19ου
αιώνα υπήρχαν καπετάνισσες, όπως η Μπουμπουλίνα και σπουδαίες στρατιωτικές
ηγέτιδες, όπως η Μαντώ Μαυρογένους. Ο Αρ. Κορολόγος θεωρεί και είναι
αξιομνημόνευτη και σπάνια η αμεροληψία της μάνας, που όταν ο γυιός της δεν
μπόρεσε να βρει μάρτυρες, ότι ένα κτήμα της ανήκε και μετά τον όρκο του Γιώργη
Πλαφιτζή ότι ήταν δικό του, του το άφησε
να το πάρει.
4. Οι δοσοληψίες έως την καθιέρωση της δραχμής στην ελεύθερη Ελλάδα
γίνονταν κυρίως σε γρόσια, ανεξάρτητα μάλιστα αν ήταν τουρκοκρατία, ή
ενετοκρατία. Το γρόσι από το 1687 δημιούργησε ένα νέο νομισματικό σύστημα κατά
το οποίο 1 γρόσι = 40 παράδες = 120 άσπρα. Ήταν ασημένιο νόμισμα, που πάντως
συν τω χρόνω έχανε την περιεκτικότητά του στο πολύτιμο μέταλλο. Από
περιεκτικότητα 900/1000 στον 14ο αιώνα στον 17ο έφτασε
αυτή να είναι ανεξέλεγκτη. Κυκλοφορούσαν επίσης ρεάλια, που ήσαν τα ενετικά
νομίσματα εκείνης της περιόδου. Οι ισοτιμίες και οι αξίες έπαιζαν τόσο, που
ακόμη και σήμερα, ούτε οι ειδικοί νομισματολόγοι έχουν κατασταλάξει σε μια σαφή
εικόνα των νομισμάτων και των συναλλαγών επί τουρκοκρατίας και ενετοκρατίας.
Μετά την απελευθέρωση και την καθιέρωση της δραχμής έχουμε και συναλλαγές με ομολογίες, ακόμη και
με επιταγές, ενώ φαίνεται και η από τότε τάση για τοκογλυφία, όταν από τα
έγγραφα φαίνεται ότι υπήρχε δανεισμός με επιτόκιο 1,5% το μήνα!... Από τα έγγραφα φαίνονται επίσης συμφωνίες για
συμμετοχή Πραστιωτών σε επιχειρήσεις, κυρίως ναυτιλιακές και εμπορικές. Ακόμη
υπήρχε το έθος τα έναντι του δανεισμού ενέχυρα (χωράφια ή κάποια εμπορική ή
βιοτεχνική επιχείρηση) να τα εκμεταλλεύεται ο δανειστής έως ότου εξοφληθεί το
δάνειό του.
Το βιβλίο «Αρχείο Οικογένειας Σαραντάρη» αποτελεί μια συμβολή έμπρακτη στην
απόδειξη της συνέχειας του Έθνους μας. Η σκυτάλη του Έθνους είναι η πολύτιμη
συνέχειά μας. Για τον Ελληνισμό υπάρχουν δυο τάσεις σήμερα. Η μία υποστηρίζει
πως εμείς οι Έλληνες είμαστε ένα πρόσφατο εθνικό μόρφωμα. Υποστηρίζουν ότι
έτυχε να κατοικούμε στον χώρο, που ζούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και πως -οι αφελείς- πιστέψαμε, ή μας έκαμαν οι
ξένοι να πιστέψουμε ότι είμαστε συνέχεια των αρχαίων Ελλήνων. Κατά τον ιδιοφυή
ιστορικό Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο η δογματική αντίληψη της άρνησης της συνέχειας του Έθνους μας ξεκινά
από ξένους: τον Gibbon και τον de Montesquieu, που επηρέασαν τον
Κοραή.
Η άλλη τάση, όλων των υπόλοιπων Ελλήνων, είναι πως είμαστε η συνέχεια των
αρχαίων Ελλήνων, των Ρωμιών του Βυζαντίου και των ραγιάδων της Τουρκοκρατίας
και της Ενετοκρατίας.
Ο σημαντικός σύγχρονος ιστορικός Διονύσιος Ζακυθηνός στο σύγγραμμά του
«Μεταβυζαντινά και Νέα Ελληνικά» γράφει: «Η Ρωμαιοκρατία και η Τουρκοκρατία,
εκτιμώμεναι και κρινόμεναι υπό το φως των σημερινών δεδομένων της επιστήμης,
αποδεικνύονται εποχαί μείζονες της Ελληνικής Ιστορίας». Πράγματι οι
Έλληνες περάσαμε βάσανα πολλά. Στο διάβα των αιώνων πολλοί μηδίσανε, πολλοί
κατάντησαν γραικύλοι, πολλοί εξισλαμίστηκαν και γίνηκαν γενίτσαροι, αρκετοί
συνεργάστηκαν με τους Φράγκους και τους Ενετούς, μπολιάστηκαν με τη νοοτροπία
τους και αφομοιώθηκαν από αυτούς. Όμως πάντα υπήρχαν οι Έλληνες που κρατούσαν
τη σκυτάλη και την έδιναν στην επόμενη γενιά, έως τις ημέρες μας, όπως
σοφά περιέγραψε το γεγονός ο Σεφέρης,
στην ομιλία του κατά την απονομή του Νόμπελ της Λογοτεχνίας, στις 11 Δεκεμβρίου
1963. Είπε τότε, μεταξύ άλλων:
«Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι
στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα και
το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος
μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι
ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η
ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που
δέχεται κάθε τι ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό
αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για ανθρωπιά, κανόνας της είναι η
δικαιοσύνη....».
Στις ημέρες μας ο κίνδυνος να πετάξουμε κάτω τη σκυτάλη της εθνικής
συνέχειας είναι υπαρκτός. Όμως οι
Έλληνες πιστεύουμε σ’ αυτό που γράφει ο Παλαμάς στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου»: «Κι
αν πέσαμε σε πέσιμο πρωτάκουστο και σε γκρεμό κατρακυλήσαμε, που πιο βαθύ
καμμιά φυλή δεν είδ’ ως τώρα, είναι γιατί με των καιρών το πλήρωμα όμοια βαθύ
έν’ ανέβασμα μας μέλλεται προς ύψη ουρανοφόρα». Η παράδοσή μας πάντως
αποδεικνύει πως θα αντιμετωπίσουμε πάλι με επιτυχία την
εθνοκτόνα επίθεση που δεχόμαστε, όπως όλες τις προηγούμενες φορές.
Οι Τσάκωνες είχαν την ευλογία να μην υποστούν την έντονη καταπίεση των κατακτητών της χώρας μας. Γι’
αυτό και διατήρησαν την πολύτιμη και αυθεντική ελληνική τους παράδοση, στην
οποία περιλαμβάνεται και το γλωσσικό τους ιδίωμα. Είναι ευχάριστο το γεγονός
πως οι σημερινοί τους απόγονοι είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν αυτή την Παράδοση. Στη συνέχιση
της σημαντικής αυτής εθνικής παράδοσης συμβάλλει με πρότυπο και εξαιρετικό τρόπο ο Δήμος Νότιας Κυνουρίας και
το Αρχείο Τσακωνιάς με το εκδοθέν και παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο «Το Αρχείο της οικογένειας Σαραντάρη».
Είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι νέοι άνθρωποι εργάζονται με κέφι, γνώση και
αγάπη για τη διατήρηση αυτής της πολύτιμης Παράδοσης.
Ευχαριστούμε και πάλι τους Παν. Σαραντάρη, Αριστείδη Κορολόγο, το Δήμο
Νότιας Κυνουρίας και το Αρχείο Τσακωνιάς γι’ αυτή τους την προσφορά προς τον
τόπο και γενικότερα προς τον Ελληνισμό.
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Η Παρουσίαση έλαβε χώρα
στο Λεωνίδιο την 29η Οκτωβρίου 2016
No comments:
Post a Comment