…ὅμως
τόσο οἰκεῖες. Δὲ νομίζετε;
Μιά πρώτη ἀνάγνωση
τοῦ νέου βιβλίου τῆς Νατάσας Κεσμέτη, Ἐξόριστες φωνές, ἐκδ. ΑΡΜΟΣ, Ἀθήνα 2013,
σελ. 160.
Ὅταν σέ ἐπιστολή
του ὁ Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος ἔλεγε στόν Μ.Δ. Στασινόπουλο, «Μή γράφε, μόνον τὸ βεβιωμένον»,
πιστεύω πὼς ἔλεγε πέρα γιά πέρα τήν ἀλήθεια. Γιατί τελικά αὐτό πού βιώνεις, εἶναι ὅ,τι τό πιό ἐκλεκτό καί χρήσιμο νά εἰπωθεῖ,
ἐπειδή στόν πυρήνα του περιέχει τήν πνοή τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τήν ἀληθινή
δημιουργία. Ἔτσι τό γραφτὀ, ἀλλὰ κι ὁ προφορικός ὁ λόγος, ντύνονται μέ μιά τέτοια χάρη πού ἀναμφίβολα ἕλκει,
γιατί κομίζει στόν ἀναγνώστη καί στόν ἀκροατή,
τό ἀληθινό, τό γνήσιο, τό εἰλικρινές. Κι ἔρχομαι πάλι στόν Μ.Δ. Στασινόπουλο ποὺ
ἔγραφε πρίν ἀπό πολλά χρόνια τό ἑξῆς σημαντικό: «Ἕνας τρόπος ὑπάρχει γιά νά ἐκφράζεις
ἐκεῖνο πού σκέπτεσαι, κι ὁ τρόπος αὐτός εἶναι ἡ εἰλικρίνεια». Καί μήπως δέν εἶναι ἔτσι;
Αὐτὰ
σκεφτόμουν καθώς διάβαζα τό νέο βιβλίο τῆς Νατάσας Κεσμέτη, πού τιτλοφορεῖται «Ἐξόριστες
φωνές» -ἐγώ θά τίς ἔλεγα ἀποσυνάγωγες, κατά τό εὐαγγελικό λόγιο (πρβλ. Ἰω. 16,2). Βιβλίο πού διαβάζεται μέ τό
μολύβι στό χέρι, ἀφοῦ πρέπει νά ὑπογραμμίζονται πολλά καί χρήσιμα χωρία του, γιά μιά περαιτέρω ἐπεξεργασία. Ἀντιγράφω
λοιπόν: «Μιά ψυχή δεκτική δέν εἶναι μιά
λίμνη ὅπου καθρεφτίζεται τό πρόσωπο τοῦ Νάρκισσου. Οὔτε εἶναι ἔνα ἀγριεμένο
ποτάμι ἀφρισμένων συναισθημάτων. Οὔτε πάλι εἶναι παθητική, ὅπως ἔνας νερόλακος
πού γρήγορα ξεραίνεται. Ποιός μπορεῖ νά περιγράψει μιά ψυχή Δεκτική» (σ. 29), ὅπως
ἐκείνη τῶν Ἁγίων -θά ἔλεγα ἐγώ- ἡ ἐλεήμων καδρία καί ψυχή τοῦ ὀσίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου. Γιά να μή
βάλλω τόν ἀναγνώστη μου σέ περιπέτειες, ὥστε νά διαβάσει τό θαυμάσιο δοκίμιο τοῦ
π. Δημητρίου Στανιλοάε, «Τρυφερότητα καί ἁγιότητα». Καί λίγο παρακάτω, «Μιά ἀληθινή
λέξη εἶναι ἕνας θρόμβος ἱδρῶτα μέ πήγματα ἀπό αἷμα πού δέν εἶναι ἰδιοκτησία
κανενός» (σελ. 37). Πράγματι... Καί γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές ἄς ἐπισκεφθεῖ ὁ ἀναγνώστης
τίς σελίδες ἐκεῖνες τῆς Κ. Διαθήκης ὄπου περιγράφεται ἡ ἀγωνία τοῦ Κυρίου στόν
Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ (Λκ. 22, 39-46). Θά καταλάβει καλύτερα τά πραπάνω. Θά μποροῦσα
νά παραθέσω κι ἄλλα ἀκόμα, όπως εἶμαι σίγουρος ὅτι θά κουράσω, γιατί ὁ λόγος
μου εἶναι φτωχός κι ἴσως ϋποβαθμίσει τόν φωτεινό λόγο τῆς συγγραφέως.
Τό βιβλίο,
πού χωρίζεται σέ τρεῖς μεγάλες ἑνότητες, α. Γνωστοί καί Ἄγνωστοι (σελ. 11-44),
β. Ἀναθήματα καί Ἀναθέματα στή Σκιά τοῦ Ἐλεώνα (τοῦ Θείου Ἐλέους λέω ἐγώ) (σελ.
45-68) καί γ. Ἡ Ἀράλη ὡς τόν Μαραθώνα - Ἐξομολογήσεις κι ἄλλα Γειτονικά (σελ.
69-158). Ἑνότητες πού διακρατοῦνται ὡστόσο
ἀπό ἕναν ἄξονα: τής Γειτονίας, τής Κοινότητος, τῆς Ἐπι-Κοινωνίας. Γι᾿ αὐτό καί
λυγίζει ἡ ψυχή τοῦ ἀναγνώστη πού θά φέρει στό νού του τήν εἰκόνα ἐκείνη τῶν
γειτόνων πού περιμένουν μέ τίς λαμπάδες στά χέρια τους τόν Ἐπιτάφιο (σελ. 33).
Εἶναι μιά προσεγμένη «φωτογράφιση» τοῦ ψυχισμοῦ τῶν γειτόνων, πού -τό ξαναλέω- συγκινεῖ
άπεριόριστα... Ὅπως τήν ἴδια συγκίνηση, ἀλλά μέ μιά νοσταλγία κεντημένη
θαυμάσια, παρουσιάζει κι ἡ ὑπαίθρια Θ.
Λειτουργία κάτω ἀπό τά πεῦκα (σελ. 73-74) «μέ τίς φρέσκες καί τίς ξερές
πευκοβελόνες πάνω στό Ἀντιμήνσιον» ( σελ. 73)... κι ἄλλα πολλά, πού ἀσφαλῶς θά
τά χαρεῖ ὁ ἀναγνώστης, ἀλλά περισσότερο θά τά βιώσει μέ τό αἴσθημα τῆς
χαρμολύπης, αύτῆς τῆς ἀρετῆς δηλ. πού μονάχα μέσα στήν Ὀρθόδοξη παράδοση καί
ζωή προσφέρεται μέσω τῆς ψαλμωδίας, τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καί τοῦ ζυμωμένου μέ
πίστη καί εἰλικρίνεια πρόσφορου τοῦ λόγου. Πρόσφορου, πού μέσα στόν μέγα Ἐλεώνα
τῆς Ἀγάπης Του γίνεται ἀντίδωρο καί μοιράζεται. Ὅπως αὐτά τά, ὅλο λάμψη, γραπτά τῆς κ. Νατάσας. Καί δέ νομίζω ὄτι κάνω
λάθος.
παπα - Κων. Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment