Tuesday 10 December 2013

Οι τρεις αδελφές

…ή το όνειρο της Μόσχας

Απόψε είχα την χαρά να παρακολουθήσω την  παράσταση της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας του Δήμου Αγίου Δημητρίου «Οι τρεις αδελφές» του Άντον Τσέχοφ. Είχα δει το έργο από το Θέατρο Τέχνης εδώ και πολλά χρόνια και μου είχε αφήσει τις καλύτερες εντυπώσεις. Σήμερα δεν πήγα με ιδιαίτερες απαιτήσεις στον Δήμο Αγίου Δημητρίου. Φυσικά δεν μπορείς να συγκρίνεις τις υποκριτικές δεινότητες ενός επαγγελματία ηθοποιού, που έχει εκπαιδευτεί και σπουδάσει το αντικείμενο της εργασίας του, με αυτές ενός ερασιτέχνη που βιοπορίζεται από κάποιο άλλο επάγγελμα και απλά αχολείται με την υποκριτική ως χόμπι. Και ο σκοπός του άρθρου μου δεν είναι η σύγκριση επαγγελματικού - ερασιτεχνικού θεάτρου. Επ’ ευκαιρία όμως της σημερινής βραδιάς, εκφράζω τον θαυμασμό μου στους ερασιτέχνες, στους απλούς αυτούς ανθρώπους που είναι δάσκαλοι, γιατροί, έμποροι, υπάλληλοι και απλά αγαπούν το θέατρο τόσο πολύ που του αφιερώνουν τις ελάχιστες ελεύθερες ώρες τους, που ξεκλέβουν χρόνο από τις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους, που αγγίζουν την υπέροχη αυτή τέχνη με τα πενιχρά οικονομικά μέσα που διαθέτουν. Σήμερα, στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, στην Ελλάδα των πολιτικών αντιπαραθέσεων και του  «πολέμου»  μεταθέσεων των ευθυνών, υπάρχουν εκατοντάδες ερασιτεχνικοί θίασοι που αναζητούν την αλήθεια και την ομορφιά της ζωής μέσα από την αθάνατη τέχνη. Και αυτό το γεγονός από μόνο του είναι παρήγορο και αισιόδοξο και δείχνει το καλούπι της ελληνικής ψυχής.

Ο Άντον Τσέχοφ, ο μεγαλύτερος Ρώσος θεατρικός συγγραφέας γεννήθηκε το 1860 στο Ταγκανρόκ της Αζοφικής και σπούσασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Εργάστηκε ως γιατρός αλλά παράλληλα έγραφε άρθρα σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά, έγραφε διηγήματα και θεατρικά έργα. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει αστειευόμενος ότι «έχω δύο αγάπες, την λογοτεχνία που είναι η ερωμένη μου και την ιατρική που είναι η σύζυγός μου.» Το 1900 έγινε μέλος της Ρώσικης Ακαδημίας και την αμέσως επόμενη χρονιά παντρεύτηκε την ηθοποιό Όλγα Κνίππερ, η οποία πρωταγωνίστησε και στα περισσότερα έργα του. Το 1904 και μόλις σε ηλικία 44 ετών ο Τσέχοφ πέθανε από φυματίωση. Άφησε πίσω του πλούσιο έργο διηγημάτων όπως «Η κυρία με το σκυλάκι», «Η αρραβωνιαστικιά», «Στο σούρουπο» και πολλά άλλα, και τα πασίγνωστα θεατρικά έργα «Ιβάνοφ», «Πλατόνοφ», «Ο γλάρος», «Θείος Βάνιας», «Ο βυσσινόκηπος» και φυσικά «Οι τρεις αδελφές».


Στις «Τρεις αδελφές» ο Τσέχοφ μας γνωρίζει την οικογένεια Πραζόροφ, τέσσερα αδέλφια: ο αδελφός Αντρέι Πραζόροφ και οι αδελφές του Όλγα, Μάσσα και Ειρήνη. Τα τέσσερα αδέλφια έχουν χάσει τους γονείς τους και ζουν σε μια επαρχιακή πόλη της Ρωσίας στις αρχές του εικοστού αιώνα. Ο Αντρέι είναι διανοούμενος και επιθυμεί να γίνει καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Η Όλγα, η μεγαλύτερη αδελφή είναι δασκάλα στο τοπικό σχολείο. Η Μάσσα είναι παντρεμένη με τον ήρεμο και άνευρο καθηγητή Κουλίγκιν. Και η μικρότερη, η Ειρήνη λαχταρά να πάει στην Μόσχα. Όλα κυλούν ήρεμα στην ζωή τους, τίποτα το σημαντικό ή άξιο λόγου δεν διαταράσσει την καθημερινότητά τους. Και όμως αυτή η καθημερινότητα και η μονοτονία τους κομματιάζει και τους αφήνει ανικανοποίητους. Τα αδέλφια είχαν ζήσει τα παιδικά και νεανικά τους χρόνια στην Μόσχα, όπου υπηρετούσε ο στρατιωτικός πατέρας τους και έχουν ζωντανές τις αναμνήσεις μιας πιο λαμπρής και ενδιαφέρουσας ζωής. Κατά κάποιον τρόπο η Μόσχα θα αποκτήσει μαγικές και μυθικές διαστάσεις στα μάτια τους και θα λύσει όλα τα υπαρξιακά τους προβλήματα. Ο αδελφός Αντρέι παραπονιέται συνεχώς ότι στην Μόσχα τον σέβονται και τον υπολογίζουν όλοι, ενώ στην επαρχιακή πόλη νιώθει μόνος και ασήμαντος. Η Ειρήνη θέλει να βρει τον έρωτα μόνο στην Μόσχα και πουθενά αλλού, πιστεύει ακράδαντα ότι ταυτόχρονα με την άφιξή της στην Μόσχα θα παρουσιαστεί και ο τέλειος σύζυγος. 

Η μοναδική τους διέξοδος είναι να δέχονται στο σπίτι τους τους αξιωματικούς του τοπικού στρατεύματος και να προσαρμόζονται σε μια πραγματικότητα κατώτερη των προσδοκιών τους. Ανάμεσα στους φίλους τους αξιωματικούς είναι ο Βερσίνιν, ένας ρομαντικός δυστυχισμένος άνθρωπος, παντρεμένος με μια άρρωστη γυναίκα. Η Μάσσα ανικανοποίητη από τον δικό της γάμο θα ερωτευτεί παράφορα τον Βερσίνιν και στο πρόσωπό του θα φανταστεί τον ιδανικό σύντροφο. Ένας άλλος αξιωματικός, ο βαρόνος Τούζεμπαχ θα ερωτευθεί την Ειρήνη και θα ζητήσει να την παντρευτεί. Η Ειρήνη χωρίς να είναι ερωτευμένη μαζί του θα συμφωνήσει να τον παντρευτεί εκτιμώντας τον καλό του χαρακτήρα. Ο Αντρέι θα γνωρίσει και θα παντρευτεί μια κοπέλα που θα αποδειχτεί ανάξια και σκληρή. Με την πάροδο των ετών, τα όνειρα των αδελφών δεν θα βρουν την ολοκλήρωσή τους: η Όλγα θα παραμείνει μια επαρχιακή δασκάλα, γεροντοκόρη, χωρίς καμία προσδοκία. Η Μάσσα δεν θα ζήσει ποτέ τον ανέφικτο έρωτά της και θα παραμείνει δέσμια ενός γάμου χωρίς πραγματική αγάπη και ενθουσιασμό. Ο Αντρέι θα παγιδευτεί στον κακό και ανούσιο γάμο του και αντί για καθηγητής Πανεπιστημίου θα καταλήξει μέλος του τοπικού συμβουλίου, ανικανοποίητος και απογοητευμένος. Τέλος η Ειρήνη θα μείνει μόνη της αφού ο Τούζεμπαχ θα σκοτωθεί χαζά και αναίτια σε μια μονομαχία. Το όνειρο και το ιδανικό της Μόσχας θα μείνει ανεκπλήρωτο.

Εκτός από την καθημερινότητα που μας πνίγει, το λάθος είναι των ηρώων γιατί έχουν εναποθέσει όλα τα όνειρά τους για μια καλύτερη ζωή σε ένα ιδανικό, σε έναν προορισμό, στην μεγαλούπολη. Η Μόσχα συμβολίζει την κάθε μεγάλη πόλη με τις διασκεδάσεις της, την μεγάλη ζωή, τις ευκαιρίες, είτε επαγγελματικές είτε προσωπικές. Η Μόσχα όμως και η κάθε Μόσχα, δεν πρόκειται να μας ανοίξει δρόμους από μόνη της. Δρόμους στην ζωή μας ανοίγουμε εμείς οι ίδιοι όπου και αν βρισκόμαστε. Ίσως η μεγαλύτερη αλήθεια του έργου έρχεται από το στόμα της Όλγας στην τελευταία σκηνή, προσπαθώντας να παρηγορήσει τις δυστυχισμένες αδελφές της: «Θα ζήσουμε, αδελφές μου, θα ζήσουμε.»

Εύη Ρούτουλα

No comments: