Του
(ευσεβούς) ημών και υμών γένους...
Δικά
μας και δικά σας, χαρισμένα σε μένα και σε σένα, στις γενιές που πέρασαν, στην
σημερινή, στις επόμενες και για το αύριο. Έχει ο Θεός.
Πάντα
έχει ο Θεός για το αύριο όπως και για το σήμερα, νυν και αεί που λέμε.
Καλοκαίριασε
και βαδίζω στα μονοπάτια της σκέψης. Περπατώ κάτω από τον Πολίτικο ουρανό που
σκεπάζει επτά λόφους με τις συννεφιές του να ρίχνουν μοναδικές
ανταύγειες στα δειλινά, σε κάθε λιακάδα, σε κάθε αστροφεγγιά και
στην χάση φεγγαριού, βρέξει - χιονίσει, σε δρόμους, σοκάκια, στενοσόκακα
και σε ανηφοριές και τα θωρώ να δεσπόζουν. Υπέρ ημών και
υμών, εγκατεστημένα στην ύπαρξη μας, κατέχοντας δικαιωματικά μια
θέση στην καρδιά μας. Yφασμένα στον αργαλειό της ψυχής μας με μεταξένια νήματα
και σιρίτια, παρμένα από την γη, το κύμα, τον βοριά, τον καραγιαλή
και τα μελτέμια. Συντροφιά με την πένα και το μολύβι, το χαρτί και την μυρωδιά
της μελάνης, με μουτζουρωμένο τον μέσο του δεξιού χεριού, του
αριστερού, αν το ζερβό βολεύει καλύτερα, και το Κύριε Ελέησον στο ψαλτήρι από
το οκταήχι. Μαζί και το Δόξα Πατρί. Και με το Ότι μεθ' ημών ο Θεός
του Αποδείπνου στον Αη Γιώργη, που με το που σχολνούσαμε, χέρι-χέρι με την
Λίτσα, τρέχαμε την κατηφόρα για να το προλάβουμε αντάμα με το
θυμίαμα, τα κουδουνάκια του θυμιατού και τον Πατ. Αχιλλέα.
Κυριακή
και αδιανόητο να μην πας, σε καλεί η καμπάνα. <<Άντε κι' αργήσαμε,
χτύπησε η δεύτερη...>>. Η παράδοση, πλεγμένη με μαεστρία και δεξιοτεχνία
από ίνες γερές και άσπαστες, για να περάσει από μάνα σε κόρη, από πατέρα σε γιό
και φυσικά από την γιαγιά, έτσι για να διαφυλαχτεί η ταυτότητα και η φλόγα της
συνέχειας. Από που αρχίζει η παράδοση και πως φτάνει εκεί που φτάνει;
Ευτυχώς δεν έχει ημερομηνία λήξης. Ευλογία Κυρίου. Στερεύει ποτέ;
<
<Αύριο όλοι στην Εκκλησία>> έλεγε η κυρία Ασπασία. Θεραπειά,
Σάββατο μεσημέρι. Τότε, -αχ, πάλι αυτό το <<τότε>>-,
πηγαίναμε στο Σχολείο και τα Σάββατα, για μισή μέρα. Ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου και
αμέσως το Αύριο όλοι στην Εκκλησία, της κυρίας Ασπασίας. Αυτές οι τέσσερις
λέξεις που αντηχούσαν σαν μια γλυκιά προσταγή που δεν δεχόταν αντιρρήσεις, με
συνοδεύει ακόμα και σήμερα και χαμογελώ στην σκέψη. Πρώτη και καλύτερη
εκείνη, Διευθύντρια και Δασκάλα ήταν -με κεφαλαίο Δέλτα-, γράμματα
δίδασκε στην <<ημών>> Αστική Σχολή Θεραπειών. Δωρεά ευεργετών,
βυθισμένο στην σιωπή τώρα, στέκεται. Στην ανηφόρα.
Τα
Σπουδαστήρια μας, άλλα σήμερα βουβά, τριγυρισμένα από την ομίχλη της σιωπής και
αυτά, αμίλητα ωσάν να ήπιαν το αμίλητο νερό και άλλα λαλίστατα, που οι -μια
φούχτα στις μέρες μας μαθητές-, κορίτσια και αγόρια, κάθονται στα θρανία
για να ...<<ακούν τα λόγια του διδασκάλου>>... και
οι φωνές τους πλημμυρίζουν τις τάξεις, τα προαύλια και τους διαδρόμους,
τα σκαλιά της εισόδου όταν τα ανεβοκατεβαίνουν. Βγαίνουν στο Πέρα και
τραγουδούν τα Κάλαντα. Με κέφι και με ακορντεόν. Το πνεύμα δεν χάθηκε. Ουκ
εάλω.
Δεν
είναι πολλά, λίγα είναι, αλλά αντέχουν και μαζί με το Άλφα και το Ωμέγα, το συν
και το πλην, προσφέρουν Πολίτικα Χριστιανικά ιδεώδη και αξίες, αξίες που
παραμένουν. Το κάθε ένα αντιστέκεται στις αντιξοότητες των καιρών με
καλοπροαίρετο πείσμα, ψυθιρίζοντας, εδώ θα μείνω, δεν πάω πουθενά και ο απόηχος
φτάνει στις ράχες των λόφων, στις θάλασσες και τις ρεματιές, στις παραλίες και
στα ακρογιάλια.
Παιδιά,
δικά μας παιδιά, δάσκαλοι, δικοί μας δάσκαλοι και Σχολεία, δικά μας
Σχολεία με τις Εκκλησιές, γειτόνισσες. Αν όχι δίπλα, παραδίπλα και
σε απόσταση βημάτων. Το Ιωακείμιο που άδειασε από τις μαθήτριές του και
κόπηκε η λαλιά του με την Μουχλιώτισσα σε απόσταση αναπνοής, και την
Μεγάλη του Γένους Σχολή, την Πατριαρχική, λίγο παρακάτω, πιο εκει, η
Βλαχερνίτισσα, ο Αγιος Γεώργιος του Φαναριού. Η Μαράσλειος και πάμε
παρακάτω.
Σαν
πετράδια ανυπολόγιστης αξίας κοσμούν την Κοινότητα Σταυροδρομίου, το Ζωγράφειο
που οι λέξεις <<Δράξασθε Παιδείας μήποτε οργισθή ο Κύριος>> περικυκλώνουν
την Σφίγγα στη σφραγίδα του και το Ζάππειο που η λευκοντυμένη με τα αιθέρια
πέπλα της όταν την αγκαλιάζει η πρωινή αύρα, Αγία Τριάδα, το συντροφεύει
ευλογώντας το. Δυό βήματα πιο εκεί, Τα Εισόδια Της Παναγίας. Ηταν και το
Κεντρικό και του Αγίου Κωνσταντίνου... Κοντά, στην γειτονιά.
Μαρμαρμαρωμένα τώρα, χωρίς φωνή ούτε μιλιά.
Ο
τόπος μας, ανέκαθεν ασπάζεται την παιδεία, <<μάθε παιδί μου
γράμματα>>. Εδώ, μια παρένθεση στα πιό παλιά. Στα πόσο πιό παλιά; Στα
πολύ-πολύ παλιά. Αρκεί ένα πέταγμα της μνήμης, ένα βλέμμα και μια ματιά
στην σελίδα του βιβλίου και στο σύγχρονο διαδίκτυο που μιλά για το αρχαίο
πανδιδακτήριο/εκπαιδευτήριο/πανεπιστήμιο από τα πιό σημαντικά, ίσως το σημαντικότερο
και αρχαιότερο της εποχής εκείνης στην Δύση, για να βρεθεί, όποιος νοιάζεται,
και να το ανταμώσει στα χρόνια των βασιλιάδων της Βασιλεύουσας κοντά στα
παλάτια και με δασκάλους που φορούσαν Σταυρό στο στήθος. Στα μέρη μας, στην
Πόλη την δική μας, αυτήν που αργότερα η Λωξάντρα θα την
νοσταλγούσε αναστενάζοντας, <<Πόλη και πάλι Πόλη>.
Κλείνοντας
την παρένθεση, συνεχίζω το περπάτημα στο τώρα με τα υπόλοιπα άλλα, από το
πρόσφατο παρελθόν. Τα Σχολειά της Ρωμηοσύνης, τα σπαρμένα εδώ και εκεί
<<άλλα>>. Αυτά με τα σφαλισμένα παραθύρια και παραθυρόφυλλα,
με τις αλυσοδεμένες πόρτες και αμπάρες, λουκέτα και ταμπέλες girilmeζ,
μην μπει ο ούτις. Ανάμεσα σε αυτά που σήμερα δεν διδάσκουν γράμματα
που αφού φρεσκαρισθούν, ανοίγουν τις πόρτες τους, καλωσορίζουν μουσαφιραίους
και μιλούν από μόνα τους δείχνοντας την αρχοντιά και την ιστορία τους.
Εκπαίδευση άλλης μορφής, επιβεβαιώνοντας πως <<αι νέαι εποχαί,
επιβάλλουσι νέα καθήκοντα>>. Εξ' άλλου το λέει και η ημών -και
υμών- αειθαλής Απογευματινή της Πόλης, πάνω πάνω στα αριστερά.
Στέκονται
σαν τις μαργαρίτες στα λιβάδια, που οι μίσχοι τους ορθώνουν τα λεπτά τους
πέταλα. Μ'αγαπά; Δεν μ'αγαπά;... Να πέσω; Να μην πέσω; Ορθώνονται και τα
υπόλοιπα, στις όχθες του Βοσπόρου αγναντεύοντας τα ρεύματα που
πηγαινοέρχονται, στον Γαλατά, στο παλιό Έβδομο στην παλιά Χρυσούπολη και
βάλε, eyvallah, έϊβαλα, πάμε γιαλό, γιαλό, πιό πέρα και
πιό μακριά. Στις χρυσωμένες ανατολές και στις μενεξεδένιες δύσεις, στα ζεστά
μεσημέρια, νύχτα-μέρα, ανεμοδαρμένα, ακόμα και με
ξεφτισμένους σοβάδες σηκώνουν το ανάστημά τους διαλαλώντας ότι υπάρχουν.
Μπορεί τα κεραμίδια τους να πέφτουν και πέφτοντας να ταράζουν την ησυχία των
περιστεριών που παραμονεύουν τους πάντες και τα πάντα από τις κόγχες και τις
καμινάδες. Φύλακες και μάρτυρες τα οποία με ετσιθελισμό έχουν λάβει
δικαιώματα και άδεια παραμονής εφ όρου ζωής, χωρίς πασαπόρτι,
δίχως βαλίτσα, δίχως φράγκο, ούτε δολάριο στην τσέπη.
Κύμα,
θάλασσα, έϊβαλα - έϊβαλα για την Ίμβρο. Χτυπά η καρδιά και
ακούγεται <ο κώδων>, ίσως κουδούνι σε ηλεκτρονική και μοντέρνα μορφή
πλέον, αλλά ακούγεται. Έϊβαλα και πάλι θάλασσα,
Πριγκηπόνησα, Χάλκη και Ελπίδα. Αυτή δεν πεθαίνει ποτέ και σαν
άσβεστη φλόγα, συνεχίζει το φεγγοβόλημα. Την πάσαν ελπίδα, στην
Βλαχερνίτισσα Παναγιά της Πόλης και της Ρωμιοσύνης.
Υπάρχουν
και αυτά που βρίσκονται εκτός Εδρας, στις Επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου, του
εξωτερικού και που αποτελούν κύτταρα στην αγκαλιά μιάς οικείας Κοινότητας.
Θυγατέρα η Επαρχία; Κατά επέκταση θυγατέρες και οι κατά τόπους Κοινότητες και
θυγατρικά τα Σχολεία τους που τα διατηρούν μέσα στις όλες εθελοντικές
δραστηριότητες τους, με την συμπαράσταση (όχι πάντα) και άλλων
φορέων, η κάθε μιά όσο μπορεί, το κατα δύναμιν, κοντά στο νου κι η
γνώση.
Ιούνιος,
μαθήματα και εξετάσεις λήγουν. Τα βιβλία κλείνουν, παντού. Στις Αστικές
Σχολές, τα Γυμνάσια, Λύκεια και Παρθεναγωγεία, Αρρεναγωγεία, μικτά και
Δημοτικά, κλειδώνουν τις θύρες τους για τις θερινές διακοπές για να τις
ξεκλειδώσουν σε μερικές εβδομάδες.
Θεματοφύλακες
(Δι)δάσκαλοι και (Δι)δασκάλισσες, του χθές, του σήμερα και του αύριο,
ευεργέτες και κτήτορες, δωρητές, άνδρες, και γυναίκες του (ευσεβούς) ημών
γένους, πέρα από τις θάλασσες και τους ωκεανούς, συν αυτών που βρίσκονται στους
ουρανούς, όπου και να είστε...
Προσκυνήματα.
Νίκη Beales
Μπάκινγκχαμ,
Αγγλία
Ιούνιος
2025
No comments:
Post a Comment