Έχω την εντύπωση πάντως ότι η Ελλάδα… μετακομίζει! Και αποδημεί!
Συνέντευξη με τον Πρωτοπρεσβύτερο - ποιητή Αναστάσιο
Σαλαπάτα
Επιμέλεια: Βάσω Β. Παππά
Ο πρωτοπρεσβύτερος
Αναστάσιος Σαλαπάτας γεννήθηκε στο Ναύπλιο αλλά τις τελευταίες δεκαετίες ζει
μόνιμα στο Λονδίνο, όπου διακονεί την Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και την Ελληνική
Παροικιακή Εκπαίδευση. Πρόκειται για μια πολυσχιδή προσωπικότητα με πολύ καλές
σπουδές τόσο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όσο και στα Πανεπιστήμια της Ουαλίας και
του Λονδίνου. Συγγραφέας αρκετών βιβλίων κυρίως ιστορικού περιεχομένου, ποιητής
και αρθρογράφος άρθρων ιστορικού, θεολογικού και πολιτιστικού περιεχομένου.
Γράφει συνήθως στην Ελληνική και την Αγγλική γλώσσα, ενώ κείμενά του έχουν
μεταφρασθεί στη Γερμανική και τη Ρωσική.
Πατέρα Αναστάσιε,
τι θυμάστε με νοσταλγία από τα παιδικά σας χρόνια; Στη διαμόρφωση της
προσωπικότητάς σας πόσο συνέβαλε η οικογένειά σας;
Γεννήθηκα και
μεγάλωσα στην καρδιά της Αργολικής γης, εκεί όπου ωρίμασε η συλλογική συνείδηση
των Νεο-Ελλήνων, όπως θα έλεγε κι ο Στρατηγός Μακρυγιάννης, σ’ ένα σπίτι όπου ως
πάτωμα είχε το ίδιο το χώμα. Έτσι κόλλησε πάνω μου η μυρωδιά της γης, που με
έκανε ρεαλιστή και πραγματιστή. Αυτό το ζωηρό βίωμα της χωμάτινης
πραγματικότητας, στο βαθμό που με δένει με τη γη, προσπαθώ σ’ όλη μου τη ζωή να
το υπερβώ. Με βοηθούσε από πάντα το πέταγμα του χαρταετού, που ήταν από τις πιο
αγαπημένες μου παιδικές κι εφηβικές ενασχολήσεις και διασκεδάσεις. Μου θύμιζε
την αναμέτρηση του ανθρώπου με οτιδήποτε χοϊκό και το τελικό πέταγμα σήμαινε
βέβαια τη νίκη και την επιτυχία στην προσπάθεια αυτή.
Η οικογένεια
ήταν το κέντρο της ζωής. Ο παππούς, παρασημοφορημένος ήρωας της Μικρασιατικής
εκστρατείας, ο πατέρας, που με τη βελούδινη φωνή του τραγουδούσε πάντα
μελωδικότατα σε όλες τις ιδιαίτερες οικογενειακές στιγμές, και η μητέρα, που με
τη στοργή και τη χριστιανική ευλάβειά της μου μετέδωσε εμπειρικά τις αρχές
εκείνες που κυριολεκτικά δόμησαν την ψυχοπνευματική μου οντότητα.
Με λιγοστά
υλικά στοιχεία, αλλά χωρίς έλλειψη των απαραίτητων, γεύθηκα στα παιδικά μου
χρόνια πλούσια κοινωνικά βιώματα, εμπλουτισμένα με μεγάλη δόση παιχνιδιού, που -μαζί
με τον αδελφό μου και με τα γειτονόπουλά μας- έφτανε μέχρι σημείου εξάντλησης.
Στα όνειρά μου
γυρίζω πάντα στα χρόνια εκείνα, στην ευλογημένη πατρική εστία και στη γειτονιά
μας. Όλα παραμένουν ένα διαρκές «σήμερον» στη μνήμη και την ψυχή, μέσα από μια
μυστηριακή και άφατη υπερχρονικότητα.
Τις τελευταίες
δεκαετίες ζείτε μόνιμα στο Λονδίνο, όπου διακονείτε την Αρχιεπισκοπή Θυατείρων
και την Ελληνική Παροικιακή Εκπαίδευση. Πότε αποφασίσατε να ακολουθήσετε το
ιερατικό σχήμα και ποιοι οι σημαντικότεροι σταθμοί στη ζωή σας;
Aπό
τεσσάρων χρονών διακονούσα στο Ιερό Βήμα της πατρικής (ή μητρικής αν θέλετε)
Ενορίας. Οι Άγγλοι λένε «four years old», δηλαδή «γέροντας
τεσσάρων ετών»! Κοντά στον Ιερέα της Ενορίας, που
έγινε ο πνευματικός μου και ο καθοδηγός μου στην ζωή της Εκκλησίας και της Θεολογίας,
γέμισα άπειρες φορές το θυμιατήρι με καρβουνάκι και λιβάνι. Έτσι πλημύρισε η
ψυχή με ευωδίες υπερκόσμιες και με βιωματικές εκκλησιαστικές εμπειρίες, που
προφανώς ήταν ο νάρθηκας της ιερωσύνης. Αυτός ο τρόπος ζωής έφερε ως
φυσιολογική εξέλιξη τις θεολογικές σπουδές, οι οποίες με οδήγησαν -συμβολικά
ομιλώντας πάντα- στον κυρίως Ναό της ιερωσύνης. Από κει και πέρα το βήμα
εισόδου στα Άγια των Αγίων της μυστηριακής ιερωσύνης ήταν μια κίνηση συνείδησης
και καρδιακής αποδοχής της κλίσης του Θεού.
Η συνειδητή
και παιδιόθεν γνωριμία μου με τον μοναχισμό, οι Θεολογικές και Ιστορικές
σπουδές σε Αθήνα, Ουαλία και Λονδίνο, ο γάμος με την γυναίκα που αποτελεί κυριολεκτικά
τον θηλυκό εαυτό μου και την κεντήστρα των ονείρων μου, η οικογένεια που
συστήσαμε μαζί και που μας προσέφερε ως δώρο Θεού τα δυο πολυτάλαντα παιδιά
μας, η έκδοση και κυκλοφορία των ταπεινών ιδεών μου (σε 18 βιβλία -με ιστορικό
και ποιητικό περιεχόμενο- και πολλά άρθρα) και βέβαια η ένταξη και βιωματική
πορεία μέσα στο πλαίσιο του Απόδημου Ελληνισμού, ήταν τα κυριώτερα μέχρι σήμερα
σημεία της επίγειας «περιπέτειας», με τις πολλές χαρές και τις όποιες
δοκιμασίες, που ως επισκέψεις Θεού στη ζωή των ανθρώπων μας εμπλουτίζουν
πνευματικά και ηθικά.
Κατά καιρούς
έρχονται στο φως της δημοσιότητας διάφορα «ηθικά παραπτώματα» και σκάνδαλα τόσο
ιεραρχών όσο και από ιερωμένους που προέρχονται από τον κατώτερο κλήρο. Μήπως
αυτή η διολίσθηση οφείλεται στην εκκοσμίκευση της Εκκλησίας;
Είναι γνωστό,
σε θεολογικό επίπεδο, ότι η Εκκλησία δεν έχει πρόβλημα, γιατί κατά βάση αυτό
που ορίζουμε ως Εκκλησία είναι ο ίδιος ο Χριστός. Η Εκκλησία βέβαια στην
ανθρώπινη διάστασή της, είναι ένας μικρόκοσμος της κοινωνίας, ίσως κάτι σαν το πλατύ
ποτάμι του Σεφέρη, που φέρνει μέσα του πολλά και διάφορα στοιχεία. Κι ας μην
ξεχνούμε ότι στη μικρή αρχαία Εκκλησία των 12 μαθητών ένας από αυτούς
αποδείχθηκε προδότης.
Οι παγίδες του
πονηρού είναι πάντα πρωτότυπες. Μην σκεπτόμεθα κλασικές ασθένειες, αλλά να
έχουμε υπ’ όψιν μας ότι βρισκόμαστε πάντα μέσα σ’ έναν αόρατο πόλεμο, κατά
Νικόδημο Αγιορείτη, του οποίου η τεχνολογία και οι ιδιοπροσωπεία αλλάζουν
συνεχώς.
Το κακό έχει
ως βασικό στόχο του να αντιμάχεται πάντα το καλό. Όμως αν αποβάλλουμε την
ανθρώπινη υπεροψία και οχειρωθούμε με ταπείνωση στο πλαίσιο της Εκκλησίας και
της δυοχιλιόχρονης Ιερής μας Παράδοσης, θα γευθούμε σίγουρα την πνευματική ασφάλεια
της Αγίας Ορθοδοξίας και θα απολαύσουμε την ευωδία της ευλάβειας και της
αγιωσύνης.
Πηγή: ΕλληνικήΓνώμη
No comments:
Post a Comment